25 Οκτ 2013

(8) Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (ΓΙΑ ΤΗ ΛΟΓΙΚΗ)

Η λογική είναι κώδικας μεθόδου αλλά και καταστατικός χάρτης, ο οποίος με τις γενικές αρχές του αποτελεί το θεμέλιο και το σχεδιάγραμμα συγχρόνως της αριστοτελικής φιλοσοφίας, πρωτοεμφανιζόμενος ως ειδικός επιστημονικός κλάδος από τον Σταγειρίτη φιλόσοφο.

Στο «Όργανον» σκιαγραφούνται μεταφυσικές, φυσικές, ηθικές, πολιτικές και αισθητικές διδασκαλίες.

Ο γενικός αυτός χαρακτήρας της εξηγεί την ευρύτερη απήχηση της αριστοτελικής λογικής, που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί (και αυτό ακριβώς έγινε) για πνευματικές
εμπειρίες διαφορετικές από τις αριστοτελικές.

Μόλις κατά τον 18ο αιώνα η διαλεκτική του Χέγκελ μπόρεσε να ανασκευάσει τη στεγανότητα της αριστοτελικής λογικής και ανέπλασε τον λογικό στοχασμό.

Ο Αριστοτέλης ξεκινούσε από μια αναζήτηση των στοιχείων του διαλόγου, του οποίου οι λέξεις ορίζουν είτε ουσίες είτε ιδιότητες των ουσιών.

Παρέχεται έτσι ένας πίνακας 10 κατηγοριών, που θεωρούνται εφάπαξ δεδομένες και εξαντλούν το λογικό λειτούργημα:

ουσία (π.χ. ο άνθρωπος),

ποσότητα (π.χ. δύο μέτρα),

ποιότητα (π.χ. λευκός),

σχέση (π.χ. μεγαλύτερος),

τόπος (π.χ. Αθήνα),

χρόνος (π.χ. χθες),

θέση (π.χ. όρθιος),

κατάσταση (π.χ. ένοπλος),

δράση (π.χ. κόβει),

πάθος (π.χ. κόβεται).

Οι κατηγορίες αυτές αποτελούν συγχρόνως τους 10 ουσιώδεις τρόπους ύπαρξης και τα 10 ουσιώδη κατηγορούμενα της κρίσης, έργα της οποίας είναι ακριβώς η απονομή ή η
απόρριψη κατηγορουμένου ως προς μια ουσία.



Η κρίση είναι καταφατική ή αρνητική, αληθινή ή εσφαλμένη, γενική ή μερική.

Οι κρίσεις συνδέονται μεταξύ τους με δύο τρόπους: είτε μεταβαίνοντας από το ειδικό στο γενικό ή αντίστροφα.

Η πρώτη μορφή (επαγωγή) ξεκινάει από την εμπειρία και αποβλέπει να γενικεύσει τα εξαγόμενά της.

Ο βαθμός βεβαιότητάς της είναι σχετικός (ποτέ απόλυτος) και εξαρτάται από την ευρύτητα του εμπειρικού πεδίου που συνοψίζει.

Η δεύτερη μορφή, η μετάβαση από το γενικό στο μερικό, αποτελεί τον παραγωγικό συλλογισμό και είναι αποδεικτική.

Σε κάθε περίπτωση συσχετισμού τους, δύο κρίσεις συνδέονται με έναν μέσο όρο, για παράδειγμα:

(α) «οι άνθρωποι είναι θνητοί»,

(β) «ο Σωκράτης είναι άνθρωπος».

Με τη διαμεσολάβηση του μέσου όρου «άνθρωπος», που είναι υποκείμενο στην πρώτη κρίση και κατηγορούμενο στη δεύτερη, εξάγεται και εξαγγέλλεται Τρίτη κρίση ως συμπέρασμα:

«ο Σωκράτης είναι θνητός».

Το συμπέρασμα μπορεί με τη σειρά του να εξελιχθεί σε αφετηρία (μείζων πρόταση) ενός νέου συλλογισμού.

Έτσι προκύπτει μια αλυσίδα συλλογισμών, όπου το κύρος του καθενός στηρίζεται στο κύρος ενός προηγούμενου με τελική αναγωγή σε αξιώματα, δηλαδή σε αρχές με άμεση βεβαιότητα, αυταπόδεικτες.

Έτσι τα όντα και τα φαινόμενα κατανοούνται ότι εμπεριέχονται σε ευρύτερες τάξεις εννοιών με βαθμίδα τους κάθε φορά την «ειδοποιό διαφορά», δηλαδή το ιδιαίτερο
χαρακτηριστικό που διακρίνει ένα είδος όντων από ένα άλλο.

Η κατάταξη γίνεται με κριτήρια μια ειδοποιό διαφορά και μόνο μία κάθε φορά, ώστε να πραγματοποιείται σταδιακά μετάβαση από το κάθε γένος στο αμέσως πλησιέστερο ή
«προσεχές» γένος.

Η μεθοδική αυτή αναγωγή βαίνει ιεραρχικά από το πιο γενικό στο πιο ειδικό ή αντίστροφα.

Έτσι, η υπαγωγή των περισσότερο ειδικών στο γενικότατο είδος είναι ολοκληρωτική, και ο κόσμος είναι ένας και ιεραρχημένος για πάντα.

Μπορεί όμως κάποτε ο συλλογισμός να αναχωρεί από αρχές μη έγκυρες και να αποτελέσει καθαρή τεχνική απάτης.

Αλλά και ο ψεύτης-σοφιστής, έστω και αν κακομεταχειρίζεται τις λογικές αρχές, προσφεύγει έτσι κι αλλιώς σ’ αυτές και έτσι αναγνωρίζει έμμεσα το κύρος τους.

Οι πιο γενικές λογικές αρχές είναι η αρχή της ταυτότητας και της μη αντίφασης, κατά την οποία δεν μπορεί ένα πράγμα να είναι ταυτόχρονα το ίδιο και το αντίθετό του.

Ο επιστημονικός στοχασμός βασίστηκε για αιώνες στην αρχή αυτή, και ιδιαίτερα τα μαθηματικά.

Η αρχή αυτή εκφράζει με όρους της λογικής την εκδοχή του αμετάβλητου όντος του Παρμενίδη και είναι αντίθετη με τη διδασκαλία του Ηράκλειτου για τις αντιθέσεις και το γίγνεσθαι.

Η διαλεκτική του Χέγκελ και των νεότερων χρόνων υπέβαλε σε κριτική ιδιαίτερα αυτή την αρχή της τυπικής λογικής του Αριστοτέλη, γιατί σύμφωνα με αυτήν είναι αδιανόητο το γίγνεσθαι.

Αλλά το γίγνεσθαι είναι και η βασικότερη αλήθεια που δέχεται η σύγχρονη επιστήμη.

Από εδώ πηγάζει η αντίθεση του νεότερου στοχασμού προς την αριστοτελική παράδοση, η οποί όμως δεν παύει (αν τηρηθεί σε συγκεκριμένα μέτρα) να είναι γόνιμη ακόμα και
σήμερα.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...