Ακουσε με συ η θεά, πού φέρεις εις τους ανθρώπους την ημέραν πού δίδει το φως συ η Ηώς η λαμπροφέγγουσα πού γίνεται κόκκινη στον κόσμο, η αγγελιαφόρος του μεγάλου θεού του ένδοξου Τιτάνος, συ η όποια κατά την ανατολήν σου διώχνεις της νυκτός την μαυρόχρωμη πορεία και την εξαποστέλλεις εις τα βάθη της γης, συ πού είσαι οδηγός εις τα έργα των ανθρώπων και εξυπηρετείς τον βίον των με σένα χαίρεται το γένος των θνητών ανθρώπων και δεν υπάρχει κανείς, ο οποίος αποφεύγει την ιδικήν σου όψιν (να βλέπη εσένα), αφού είσαι ανωτέρα από κάθε άλλην, όταν απομακρύνης από τα βλέφαρα των τον γλυκύν ύπνον
και κάθε άνθρωπος ευχαριστείται να σε βλέπη, καθώς και κάθε ερπετόν και όλα τα άλλα γένη των τετραπόδων ζώων. των πουλιών και των θαλασσινών, πού ανήκουν σε πολλά είδη
διότι προσπορίζεις εις τους ανθρώπους όλον τον χρόνον την αυγήν, πού είναι κατάλληλος προς εργασίαν για να ζήσουν. Αλλά εσύ η μακαρία ή αγνή είθε να αύξησης εις τους μύστας το ιερόν φώς.
Κλῦθι, θεά, θνητοῖς φαεσίμβροτον ἦμαρ ἄγουσα, Ἠὼς λαμπροφαής, ἐρυθαινομένη κατὰ κόσμον, ἀγγέλτειρα θεοῦ μεγάλου Τιτᾶνος ἀγαυοῦ, ἣ νυκτὸς ζοφερήν τε καὶ αἰολόχρωτα πορείην ἀντολίαις ταῖς σαῖς πέμπεις ὑπὸ νέρτερα γαίης· ἔργων ἡγήτειρα, βίου πρόπολε θνητοῖσιν· ἧι χαίρει θνητῶν μερόπων γένος· οὐδέ τίς ἐστιν, ὃς φεύγει τὴν σὴν ὄψιν καθυπέρτερον οὖσαν, ἡνίκα τὸν γλυκὺν ὕπνον ἀπὸ βλεφάρων ἀποσείσηις, πᾶς δὲ βροτὸς γήθει, πᾶν ἑρπετὸν ἄλλα τε φῦλα τετραπόδων πτηνῶν τε καὶ εἰναλίων πολυεθνῶν· πάντα γὰρ ἐργάσιμον βίοτον θνητοῖσι πορίζεις. ἀλλά, μάκαιρ᾽, ἁγνή, μύσταις ἱερὸν φάος αὔξοις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου