25 Οκτ 2013

(1) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ (Η ΖΩΗ ΚΑΙ Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ)

Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε μεταξύ Ιουλίου και Δεκεμβρίου του έτους 384 π.Χ. στα Αρχαία Στάγειρα της Χαλκιδικής (σημερινή ονομασία της περιοχής Λιοτόπι, μισό χλμ. νότια της Ολυμπιάδας).

Ο πατέρας του Νικόμαχος ήταν γιατρός του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Γ', τον οποίο είχε πατέρα ο Φίλιππος.

Ο Νικόμαχος, που κατά το Σουίδα είχε γράψει 6 βιβλία ιατρικής και ένα φυσικής, θεωρούσεπρόγονό του τον ομηρικό ήρωα και γιατρό Μαχάονα, το γιο του Ασκληπιού.

Πίστευαν ότι και της μητέρας του η καταγωγή ήταν θεϊκή.

Ονομαζόταν Φαιστίς, είχε έρθει με αποίκους από τη Χαλκίδα στα Στάγειρα και ανήκε στο γένος των Ασκληπιαδών.

Ο Αριστοτέλης ορφάνεψε από πατέρα και μητέρα σε πολύ μικρή ηλικία και την κηδεμονία του ανέλαβε ο φίλος του πατέρα του Πρόξενος, που ήταν εγκαταστημένος στον Αταρνέα της μικρασιατικής Αιολίδας, απέναντι από τη Λέσβο.

Αργότερα, ο Αριστοτέλης υιοθέτησε τον Νικάνορα, γιο του Πρόξενου.

Ο Πρόξενος, που φρόντισε τον Αριστοτέλη σαν δικό του παιδί, τον έστειλε στην Αθήνα σε ηλικία 17 ετών (367 π.Χ.), για να γίνει μαθητής του Πλάτωνα.

Πράγματι, ο Αριστοτέλης σπούδασε στην Ακαδημία του Πλάτωνα επί 20 χρόνια (367-347), και συνδέθηκε στενά με τον ίδιο τον Πλάτωνα, τον Εύδοξο, τον Ξενοκράτη και γενικά με τους κορυφαίους του φιλοσοφικού στοχασμού της εποχής.

Τα συγγράμματα του Ισοκράτη βοήθησαν πολύ τον νεαρό φιλόσοφο να διαμορφώσει το προσωπικό του λεκτικό ύφος, εγκαταλείποντας την κοινή ιωνική διάλεκτο της Χαλκιδικής.

Στο περιβάλλον της Ακαδημίας άφηνε κατάπληκτους όλους και τον ίδιο το δάσκαλό του, με την ευφυΐα και τη φιλοπονία του.

Ο Πλάτωνας τον ονόμαζε «νουν της διατριβής» και το σπίτι του «οίκον αναγνώστου».

Υπήρξε η φημολογία ότι ο Αριστοτέλης ερχόταν σε προστριβές με τον Πλάτωνα, όμως όλα αυτά φαίνονται απίθανα, αφενός γιατί ο ίδιος ο Πλάτων αρεσκόταν στην οξύτατη κριτική των ιδεών του, αφετέρου γιατί ο Αριστοτέλης μιλάει για το δάσκαλό του με βαθύ σεβασμό στα «Ηθικά Νικομάχεια».

Από το 354 π.Χ. («Εύδημος») και έπειτα («Προτρεπτικός») ο Αριστοτέλης άρχισε να εμφανίζει δικές του αντιλήψεις που χαρακτηρίζονταν από νεωτεριστικό πνεύμα.

Η εξωτερική του εμφάνιση ήταν μάλλον ασήμαντη.

Ήταν «ισχνοσκελής» (με αδύναμα πόδια), «μικρόμματος» (με μικρά μάτια) και «τραυλός την φωνήν», αλλά πρόσεχε την εξωτερική του εμφάνιση.

Όταν το 347 π.Χ. πέθανε ο Πλάτωνας, προέκυψε θέμα διαδόχου στη διεύθυνση της σχολής.

Επικρατέστεροι για το αξίωμα ήταν οι τρεις καλύτεροι μαθητές του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης, ο Ξενοκράτης και ο Σπεύσιππος.

Η παραμονή του στην Αθήνα ήταν μάλλον δύσκολη, αφού ήταν Μακεδόνας και ο Φίλιππος Β' είχε καταστρέψει την Όλυνθο.

Επιπλέον, η επιστροφή του στα Στάγειρα ήταν αδύνατη, γιατί η γενέτειρά του είχε καταστραφεί από τον Φίλιππο, επειδή είχε συμμαχήσει με την Όλυνθο.

Ο Αριστοτέλης τότε μαζί με τον Ξενοκράτη εγκατέλειψε την Αθήνα και εγκαταστάθηκαν στην Άσσο, πόλη της Μυσίας, στα μικρασιατικά παράλια, απέναντι από τη Λέσβο.

Την Άσσο κυβερνούσαν τότε δύο πλατωνικοί φιλόσοφοι, ο Έραστος και ο Κορίσκος, στους οποίους είχε χαρίσει την πόλη ο ηγεμόνας του Αταρνέα και παλιός μαθητής του Πλάτωνα και συμμαθητής του Αριστοτέλη, στην Πλατωνική ακαδημία, Ερμίας.

Οι δύο φίλοι, κυβερνήτες της Άσσο, είχαν ιδρύσει εκεί μια φιλοσοφική σχολή, ως παράρτημα
της Ακαδημίας.

Στην Άσσο ο Αριστοτέλης έζησε και δίδαξε για 3 χρόνια, στα πλαίσια μιας πολιτικό-φιλοσοφικής κοινότητας πλατωνικής έμπνευσης, και μαζί με τους φίλους του κατόρθωσε ό,τι δεν μπόρεσε ο Πλάτωνας.

Συνδέθηκαν στενά με τον Ερμία και τον επηρέασαν τόσο, ώστε η τυραννία του να καταστεί πραότερη και δικαιότερη.

Το τέλος του τυράννου όμως ήταν τραγικό. Επειδή προέβλεπε την εκστρατεία των Μακεδόνων στην Ασία, συμμάχησε με το Φίλιππο.

Οι Πέρσες τον συνέλαβαν και τον θανάτωσαν με μαρτυρικό σταυρικό θάνατο.

Το 345 π.Χ. ο Αριστοτέλης, μετά από τη συμβουλή του μαθητή του Θεόφραστου, πέρασε απέναντι στη Λέσβο και εγκαταστάθηκε στη Μυτιλήνη, όπου έμεινε και δίδαξε μέχρι το 342 π.Χ. Στο μεταξύ είχε παντρευτεί την ανιψιά και θετή κόρη του Ερμία, την Πυθιάδα, από την οποία απέκτησε κόρη, που πήρε το όνομα της μητέρας της.

Μετά το θάνατο της πρώτης του συζύγου ο Αριστοτέλης συνδέθηκε αργότερα στην Αθήνα με τη Σταγειρίτισσα Ερπυλλίδα, από την οποία απέκτησε ένα γιο, το Νικόμαχο.

Το 342 π.Χ. κλήθηκε από τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο Β' για να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση του γιου του Αλέξανδρου, που ήταν τότε μόλις 13 χρονών.

Ο Αριστοτέλης άρχισε με προθυμία το έργο της αγωγής του νεαρού και φρόντισε να του μεταδώσει το πανελλήνιο πνεύμα καi χρησιμοποίησε ως διδασκαλία τα ομηρικά έπη που ο ίδιος είχε επεξεργαστεί ξανά.

Ο Αλέξανδρος διδάχτηκε τα έργα των 3 μεγάλων τραγικών, τους διθυράμβους του Τελέστου και του Φιλοξένου, καθώς και στοιχεία ιατρικής και άλλων επιστημών.

Η εκπαίδευση του Αλέξανδρου γινόταν άλλοτε στην Πέλλα και άλλοτε στη Μίεζα, μια κωμόπολη που τα ερείπιά της έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και βρισκόταν στους πρόποδες του βουνού πάνω στο οποίο είναι χτισμένη η σημερινή Νάουσα της Μακεδονίας.

Τελικά δεν δημιουργήθηκε στενή σχέση μεταξύ μαθητή και δασκάλου, ίσως γιατί ο Αριστοτέλης δεν συμφωνούσε με τον μοναρχικό τρόπο διακυβέρνησης και προτιμούσε την οργάνωση της πολιτικής ζωής κατά πόλεις.

Ο Αριστοτέλης έμεινε στη μακεδονική αυλή 6 χρόνια.

Όταν ο Αλέξανδρος συνέτριψε την αντίσταση των Θηβαίων και αποκατέστησε την ησυχία στη νότια Ελλάδα, ο Αριστοτέλης πήγε στην Αθήνα (335 π.Χ.) και ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή κοντά στο ναό του Λυκείου Απόλλωνα, ανάμεσα στο Λυκαβηττό και τον ποταμό Ιλισό, κοντά στην πύλη του Διοχάρη, όπου υπήρχε άλσος αφιερωμένο στον Απόλλωνα και στις Μούσες.

Ο χώρος του Γυμνασίου βρέθηκε πρόσφατα στις ανασκαφές, για την ανέγερση του νέου Μουσείου Γουλανδρή, πίσω από το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, στην οδό Ρηγίλλης.

Ο ιστορικός αυτός αρχαιολογικός χώρος διασκευάζεται έτσι ώστε να γίνει επισκέψιμος.

Οι δαπάνες για την εγκατάσταση καλύφθηκαν από τον Αλέξανδρο (αναφέρεται το ποσό των 800 ταλάντων).

Με χρήματα αυτά ο Αριστοτέλης έχτισε μεγαλόπρεπα οικήματα και στοές, που ονομάζονταν «περίπατοι».

Η σχολή του Αριστοτέλη ονομάστηκε «Περιπατητική» και οι μαθητές του περιπατητικοί φιλόσοφοι, γιατί ο δάσκαλος παρέδιδε ένα μέρος τουλάχιστον των μαθημάτων του περπατώντας στις στοές αυτές και στον κήπο της σχολής.

Η οργάνωση της σχολής είχε γίνει κατά τα πρότυπα της Πλατωνικής Ακαδημίας.

Τα μαθήματα για τους προχωρημένους μαθητές γίνονταν το πρωί («εωθινός περίπατος») και για τους αρχάριους το απόγευμα («περί το δειλινόν», «δειλινός περίπατος»).

Η πρωινή διδασκαλία ήταν καθαρά φιλοσοφική («ακροαματική»).

Η απογευματινή «ρητορική» και «εξωτερική».

Η σχολή είχε μια μεγάλη βιβλιοθήκη, τόσο καλά οργανωμένη, ώστε αργότερα αποτέλεσε υπόδειγμα για τις βιβλιοθήκες της Αλεξάνδρειας και της Περγάμου.

Ο Αριστοτέλης μάζεψε χάρτες και όργανα χρήσιμα για τη διδασκαλία των φυσικών μαθημάτων.

Έτσι σύντομα η σχολή έγινε περίφημο κέντρο επιστημονικής έρευνας.

Στα 13 χρόνια που έμεινε ο Αριστοτέλης στην Αθήνα δημιούργησε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, που προκαλεί το θαυμασμό μας με τον όγκο και την ποιοτική του αξία.

Γιατί είναι άξιο απορίας, πώς ένας άνθρωπος σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα συγκέντρωσε και κατέγραψε τόσες πολλές πληροφορίες.

Ο Αριστοτέλης συμφωνούσε με την πανελλήνια πολιτική του Αλέξανδρου, αλλά διαφωνούσε με την πολιτική της ίσης μεταχείρισης Ελλήνων και βαρβάρων που υποστήριζε ο Αλέξανδρος μετά την κατάλυση του περσικού κράτους.

Η θανάτωση του ανιψιού του, Καλλισθένη, μετά από διαταγή του Αλέξανδρου (327 π.Χ.) πιθανόν αποξένωσε περισσότερο τον Αριστοτέλη από τον μαθητή του.

Όμως ο φιλόσοφος διατήρησε επαφές και του έστειλε το σύγγραμμά του «Περί αποικιών», όταν ο Αλέξανδρος άρχισε να ιδρύει πόλεις στην Αίγυπτο και στην Ασία.

Το 323 π.Χ., με την είδηση του θανάτου του Μ. Αλεξάνδρου, οι οπαδοί του αντιμακεδονικού κόμματος στην Αθήνα νόμισαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Μακεδόνες στο πρόσωπο του Αριστοτέλη.

Πιο συγκεκριμένα, το ιερατείο, με εκπρόσωπο τον ιεροφάντη της Ελευσίνιας Δήμητρας Ευρυμέδοντα, και η σχολή του Ισοκράτη, με το Δημόφιλο, κατηγόρησαν τον Αριστοτέλη για ασέβεια («γραφή ασεβείας»), επειδή είχε συνθέσει παιάνα στον τύραννο Ερμία, είχε αναθέσει εικόνα του Ερμία στους Δελφούς και του είχε συντάξει επίγραμμα.

Επίσης τον κατηγορούσαν ότι στο σύγγραμμά του «Περί ευχής» δίδασκε ότι η προσευχή δεν έχει κανένα αποτέλεσμα.

Ο Αριστοτέλης, επειδή κατάλαβε τα αληθινά κίνητρα και τις προθέσεις των μηνυτών του, και επειδή φοβήθηκε ότι θα είχε τη μοίρα του Σωκράτη, άφησε το Λύκειο στην εποπτεία του μαθητή του Θεόφραστου, που τον έκρινε ως τον πιο κατάλληλο και αποσύρθηκε στη Χαλκίδα, πριν γίνει η δίκη του (323 π.Χ.).

Εκεί έμεινε, στο σπίτι που είχε από τη μητέρα του, μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του την Ερπυλλίδα και με τα δύο του παιδιά, το Νικόμαχο και την Πυθιάδα.

Πέθανε ένα χρόνο αργότερα, τον Οκτώβριο του 322 π.Χ. στη Χαλκίδα από χρόνιο στομαχικό νόσημα, μέσα σε μελαγχολία και θλίψη.

Το σώμα του μεταφέρθηκε στα Στάγειρα και θάφτηκε με εξαιρετικές τιμές.

Οι συμπολίτες του τον ανακήρυξαν «οικιστή» της πόλης και έχτισαν βωμό πάνω στον τάφο του προς τιμή του.

Στη μνήμη του καθιέρωσαν γιορτή, τα «Αριστοτέλεια», και ονόμασαν έναν από τους μήνες «Αριστοτέλειο».

Η πλατεία όπου ενταφιάστηκε ορίστηκε ως τόπος των συνεδριάσεων της βουλής.

Το πνευματικό ίδρυμα του Αριστοτέλη εξακολούθησε να ακτινοβολεί και μετά το θάνατο του μεγάλου δασκάλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...